Η νόσος De Quervain η οποία περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1895 από τον Ελβετό Fritz de Quervain προκαλείται από την αντιδραστική πάχυνση του ελύτρου γύρω από τον βραχύ εκτείνοντα και τον μακρό απαγωγό του αντίχειρα. Η πάχυνση αυτή αφήνει λιγότερο χώρο στην κίνηση των τενόντων, η οποία γίνεται σταδιακά επώδυνη. Η πάθηση παρουσιάζεται συνήθως σε άτομα ηλικίας 30 έως 50 ετών, που κάνουν υπερβολική χρήση του χεριού ή και αυτόματα σε γυναίκες μέσης ηλικίας και ορισμένες φορές κατά την εγκυμοσύνη.

 

 

 

Περιλαμβάνει τις περισσότερες φορές άλγος στην έξω (κερκιδική) πλευρά του καρπού. Μπορεί να αναφέρεται στο ιστορικό μία έντονη δραστηριότητα, όπως κλάδεμα φυτών, στύψιμο ρούχων κλπ. ενώ μερικές φορές υπάρχει μια ορατή διόγκωση στο περιφερικό άκρο της κερκίδας, όπου η ευαισθησία είναι περισσότερο έντονη.
Ο ασθενής δυσκολεύεται πολλές φορές ακόμα και να σηκώσει διάφορα αντικείμενα και η κίνηση του αντίχειρα είναι πολύ επώδυνη.

 

 

Η διάγνωση γίνεται από τον ορθοπεδικό και χαρακτηριστική είναι η δοκιμασία Finkelstein, κατά την οποία ο γιατρός τοποθετεί τον αντίχειρα του ασθενούς μέσα στην παλάμη σε πλήρη κάμψη και μετά κρατώντας το χέρι του ασθενούς σταθερά, φέρνει τον καρπό σε προσαγωγή. Η δοκιμασία αναπαράγει χαρακτηριστικά τον έντονο πόνο. Ο ακτινολογικός έλεγχος συνήθως είναι φυσιολογικός.

Η θεραπεία στα αρχικά στάδια μπορεί να είναι συντηρητική με περιορισμό της δραστηριότητας, αντιφλεγμονώδη φάρμακα, τοπικές αλοιφές, φυσικοθεραπείες, ή ακόμα και έγχυση τοπικά κορτικοστεροειδών (κορτιζόνης). Σύγχρονες μέθοδοι όπως η έγχυση ενεργοποιημένων πλασματοκυττάρων (PRP) μπορούν να βοηθήσουν την κατάσταση. Η χρήση νάρθηκα με ακινητοποίηση του καρπού και του αντίχειρα συμβάλλει στην ανακούφιση από τα συμπτώματα.

Η χειρουργική επέμβαση πολλές φορές είναι αναπόφευκτη ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που επιμένουν ή είναι ιδιαίτερα έντονες. Συνίσταται σε επιμήκη τομή του κοινού ελύτρου του βραχύ εκτείνοντα και του μακρού απαγωγού του αντίχειρα. Η επέμβαση γίνεται μέσα από μία πολύ μικρή τομή από εξειδικευμένο ορθοπαιδικό και παρόλο που είναι μία απλή επέμβαση χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή μιας και πολλές φορές συναντάμε διάφορες παραλλαγές στην ανατομία των τενόντων.
Ο μακρός απαγωγός του αντίχειρα είναι δυνατόν να αποτελείται από δύο ή και τρεις τένοντες με ξεχωριστό έλυτρο από το βραχύ εκτείνοντα, οπότε η διάνοιξη αυτού του ελύτρου αφήνει στο χειρουργό την εντύπωση ότι ελευθερώνει τους τένοντες και των δύο μυών. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται και ο αισθητικός κλάδος του κερκιδικού νεύρου, ο οποίος χιάζεται με τους τένοντες αυτούς. Με την απελευθέρωση του ελύτρου οι τένοντες κινούνται ελεύθερα χωρίς να δημιουργείται έτσι ο φαύλος κύκλος της φλεγμονής. Η επέμβαση διαρκεί 15 με 20 λεπτά, γίνεται με τοπική αναισθησία και η αποκατάσταση είναι πολύ γρήγορη.