Τα κατάγματα των μετακαρπίων είναι πολύ συχνά και διακρίνονται σε κατάγματα της βάσης, της διάφυσης και του αυχένα του μετακαρπίου.
Κατά κανόνα πρόκειται για σταθερά κατάγματα τα οποία δεν χρειάζονται ιδιαίτερη θεραπεία.
Όταν τα κατάγματα αυτά είναι σταθερά, δηλαδή δεν υπάρχει ιδιαίτερη παραμόρφωση ή συντριβή, τότε μία απλή ακινητοποίηση για 2-3 βδομάδες με γυψονάρθηκα, που επιτρέπει τις κινήσεις των δακτύλων είναι συνήθως αρκετή.
Το συχνότερο από τα κατάγματα των μετακαρπίων είναι το κάταγμα του πέμπτου μετακαρπίου το οποίο βρίσκεται ακριβώς κεντρικότερα του μικρού δαχτύλου.
Πρόκειται για κάταγμα του αυχένα του μετακαρπίου, το οποίο προκαλείται συνήθως όταν κάποιος χτυπάει το χέρι του πολύ δυνατά σε ένα τραπέζι ή στον τοίχο, συνηθέστερα από θυμό. Για το λόγο αυτό ονομάζεται και κάταγμα των μποξέρ.
Μια απλή ακτινογραφία δείχνει την εστία του κατάγματος, όπου η κεφαλή του μετακαρπίου φαίνεται να έχει σχεδόν πλήρη μετατόπιση παλαμιαία, δηλαδή προς τα κάτω.
Πολύ συχνά δεν δίνεται ιδιαίτερη προσοχή σε τέτοια κατάγματα με αποτέλεσμα να υπάρχει χρόνιος πόνος ή μειωμένη λειτουργικότητα του μικρού δαχτύλου. Πρόκειται για κάταγμα το οποίο συνήθως χρειάζεται ανάταξη, δηλαδή διόρθωση της παραμόρφωσης πριν από την τελική ακινητοποίηση με γυψονάρθηκα. Η ανάταξη γίνεται με κάμψη του μικρού δαχτύλου σε ορθή γωνία και πίεση
πάνω στην κεφαλή του μετακαρπίου για διόρθωση της γωνίωσης ενώ αντίθετη πίεση ασκείται με το άλλο χέρι στην ραχιαία επιφάνεια του μετακαρπίου.
Με αυτόν τον τρόπο το μικρό δάχτυλο ωθεί προς τα πάνω την κεφαλή του μετακαρπίου, η οποία λόγω του κατάγματος βρίσκεται σε κάμψη συνήθως άνω των 45 μοιρών. Μετά από την ανάταξη ακολουθεί νέος ακτινολογικός έλεγχος για την επιβεβαίωση της σωστής θέσης του οστού.
Μία μικρή γωνίωση μέχρι 15 μοίρες μπορεί να γίνει αποδεκτή και διορθώνεται από μόνη της με το χρόνο ή τουλάχιστον δεν προκαλεί πρόβλημα στην λειτουργικότητα του χεριού.
Στη θέση αυτή, λοιπόν, εφαρμόζεται γύψος πηχεοκαρπικός για 3 εβδομάδες, που καλύπτει την ραχιαία επιφάνεια του μικρού δαχτύλου καθώς και του τέταρτου δαχτύλου. Μετά από τρεις βδομάδες αφαιρείται ο γύψος, ελέγχεται η κινητικότητα του δαχτύλου και η αποκατάσταση είναι σχεδόν πάντοτε πλήρης. Σπανιότερα μπορεί να χρειαστούν φυσικοθεραπείες, κυρίως σε ηλικιωμένους ασθενείς.
η θεραπεία μπορεί να γίνει και χειρουργικά με τοποθέτηση και συγκράτηση με μια χειρουργική βελόνα Kirschner.
Η συντηρητική θεραπεία με γυψονάρθηκα σε σωστή θέση είναι πολύ πιο απλή μέθοδος και με εξίσου καλά αποτελέσματα στην πλειονότητα των περιπτώσεων αυτών, συνεπώς είναι προτιμότερη.
Το κάταγμα του πέμπτου μετακαρπίου χρειάζεται οπωσδήποτε την εκτίμηση από τον ειδικό ορθοπεδικό, ο οποίος θα κρίνει με ποιον τρόπο θα ακολουθηθεί η καλύτερη θεραπεία προς όφελος του ασθενούς.
