Ζούμε σε μία εποχή όπου ο μέσος όρος ζωής ανεβαίνει και το βιοτικό μας επίπεδο βελτιώνεται συνεχώς. Έτσι, από τη μία πλευρά εμφάνιση της αρθρίτιδας από τη μέση κιόλας ηλικία γίνεται πιο απειλητική και από την άλλη η ανάγκη του ατόμου να είναι δραστήριο χωρίς να περιορίζεται, ανεξαρτήτως ηλικίας, αυξάνεται.

Η αρθρίτιδα πολλές φορές έχει τέτοια εξέλιξη, που μπορεί κάποια στιγμή να καταστρέψει τελείως στην άρθρωση. Κάτι τέτοιο μπορεί να αποφευχθεί με τη βοήθεια της αρθροπλαστικής. Έτσι, ενώ σε παλιότερες εποχές το άτομο μπορούσε να καθηλωθεί, εξαιτίας της αρθρίτιδας, αν όχι στο κρεβάτι τουλάχιστον σε αναπηρικό καροτσάκι, με όλες τις καταστροφικές συνέπειες που μπορούσε να έχει κάτι τέτοιο στην υγεία του, σήμερα μπορεί με τη βοήθεια της αρθροπλαστικής να συνεχίσει τις περισσότερες δραστηριότητες του χωρίς προβλήματα, εφόσον βέβαια γίνει έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία.

Υπάρχουν βέβαια πολλές περιπτώσεις που η εξέλιξη της είναι πολύ βραδεία, με αποτέλεσμα ο ασθενής να αρκείται στην λήψη παυσίπονων, τα οποία του δίνουν προσωρινή ανακούφιση. Σε αυτές περιπτώσεις και παρόλο που υπάρχει η ένδειξη, η επέμβαση καθίσταται αναγκαία μόνο όταν ο ασθενής είναι σίγουρος ότι δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στην καθημερινότητά του. Και αυτό το στάδιο είναι προφανώς διαφορετικό για κάθε άνθρωπο. Άλλος άνθρωπος θέλει να είναι δραστήριος, να περπατάει, να κάνει ποδήλατο, να ανεβαίνεις σκάλες και λοιπά κι άλλος είναι όλη την ημέρα στον καναπέ και αρκείται στο να βλέπει τηλεόραση. Η αναγκαιότητα λοιπόν, χειρουργικής επέμβασης για κάθε άτομο σε περίπτωση αρθρίτιδας είναι διαφορετική κατά περίπτωση και πάντα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του καθενός.

Όταν η αρθρίτιδα προχωρήσει τόσο που τα συμπτώματα, παρόλα τα συντηρητικά, δηλαδή τα μη χειρουργικά μέτρα, δεν περιορίζονται π.χ. το άτομο δεν μπορεί να βαδίσει πάνω από 500m, έχει πόνους και κατά τη διάρκεια της νύχτας και παρόλη την λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, τότε πρέπει να τεθεί η ένδειξη για την αντικατάσταση της άρθρωσης.  Σε περίπτωση βέβαια που η ακτινολογική διαπίστωση αρθρίτιδας συνήθως τυχαία, είναι χωρίς συμπτωματολογία τότε η χειρουργική αντιμετώπιση είναι εντελώς υπερβολική και άρα χωρίς νόημα. Όπως και να έχει όμως, τον πρώτο και τελευταίο λόγο σε μία αρθροπλαστική τον έχει ο ασθενής. Αυτός αποφασίζει πότε έχει έρθει η ώρα να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του ανάλογα με τα συμπτώματα του και τις απαιτήσεις της καθημερινότητάς του. Εκεί ξεκινάει ο ρόλος του εξειδικευμένου ορθοπεδικού, οποίος καλείται με βάση την αμοιβαία εμπιστοσύνη να δείξει στον ασθενή την καταλληλότερη εξατομικευμένη μέθοδο και τεχνική.